Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2017

Ένα ‘’θηλυκό’’ ~ Renzo Novatore



[από το Il Proletario, Ποντρεμόλι, ν. 1, 5 Ιουνίου 1922]

Σ’ αγαπώ πιότερο όταν διαφεύγει
η χαρά από το πικρό σου μέτωπο,
όταν η φρίκη την καρδιά σου πνίγει,
όταν στο παρόν σου απλώνεται
το μαύρο σύννεφο που αφήνει το παρελθόν.
                                                      
                                                Σαρλ Μποντλαίρ

 Είμαι ένας ποιητής περίεργος και καταραμένος.
Όλα όσα είναι αφύσικα και διεστραμμένα ασκούν πάνω μου μια νοσηρή γοητεία.
Το πνεύμα μου - δηλητηριώδης πεταλούδα με θεϊκά χαρακτηριστικά – ελκύεται από τα αμαρτωλά αρώματα που αναδύουν τα άνθη του κακού.
 Σήμερα τραγουδάω τη διεστραμμένη ομορφιά ενός ‘’Θηλυκού’’, ενός δικού μας Θηλυκού που δεν κατείχα ποτέ και δεν θα κατέχω ποτέ... Αυτή τώρα περπατά δίχως όνομα, ξεχασμένη και αγνοημένη, μέσα από τους ευάερους δρόμους της ζωής, έχοντας κλεισμένο στην καρδιά ένα τόσο βαθύ πόνο που την ανυψώνει πάνω από τη Γυναίκα και την καθιστά θεϊκή. Αυτό το σπουδαίο άνθος του κακού – μολυσμένο και μολυσματικό- περικλείει μέσα του μια ανθρώπινη καθαρότητα που πρέπει να την εξυψώνουμε σ’ όλη μας τη ζωή.
 Θηλυκό:
 Ναι, ίσως!...
 Το όνομα της περιβάλλεται από έναν περίεργο μύθο. Λέει πως το όμορφο και αμαρτωλό σώμα της, βασάνισε μέσα στην αγκαλιά της αλήτες και ληστές, γλεντζέδες και ποιητές, επαναστάτες και ήρωες...
 Όλα τα τέρατα της νύχτας γνωρίζουν τα αισθησιακά μυστικά της λευκής σάρκας της... Όλοι οι διψασμένοι για έρωτα ήπιαν τα φιλιά της... Αλλά απ’ όπου Αυτή και αν πέρασε, άφησε πίσω της πληγωμένες καρδιές και ψυχές ματωμένες, κορμιά να κλαίνε και πνεύματα εξεγερμένα...
 Γιατί Αυτή – η Τρελή-  ήταν, όπως στο ποίημα του Ζαρατούστρα, μια διονυσιακή Άρπα ηδονής για όλους και για κανέναν...
 Ενώ το αμαρτωλό και τρεμάμενο κορμί της κειτόταν στο κρεβάτι του έρωτα κυριευμένο από σπασμούς ηδονής και συμπαρασυρόμενο προς την άβυσσο της μεγάλης αφοσίωσης, το πνεύμα της ανήσυχο, αλήτικο και εξεγερμένο, περιπλανιόταν μέσα στις απέραντες εκτάσεις του απείρου για να δώσει σχήμα και μορφή σ’ ένα όνειρο αψηλάφητο, αιθέριο. Η ψυχή της άρρωστη από μοναξιά και νοσταλγία δεν άφησε ποτέ να την παρασύρει ο σπασμωδικός πυρετός της αχόρταγης σάρκας.
 Αυτή δεν αγάπησε κανέναν παρά μόνο τον εαυτό της...

*

 Κάποιος από εκείνους που έσφιξαν στα μπράτσα τους  το μυρωδάτο και έκφυλο σώμα αυτού του λευκού ‘’Θηλυκού’’ έριξε στον – δυστυχώς γόνιμο – κόλπο της, το μοιραίο σπέρμα μιας άλλης δυστυχισμένης ζωής. Το Θηλυκό κάτω από τις επιτακτικές διαταγές της φύσης γίνεται Μητέρα. Και η κοινωνία που ήταν άδικη, εκδικητική και σκληρή με το Θηλυκό, έκανε τα ίδια τόσο στη Μητέρα όσο και στο παιδί της. Το-  μόνο και ανυπεράσπιστο μωρό - , το έριξαν στις ορμητικές καταιγίδες εκτεθειμένο στην πιο θλιβερή μοναξιά, έτσι δυστυχισμένο και απελπισμένο.
 Η μητέρα μόνη, χλευασμένη, κατατρεγμένη, καταραμένη, εξαπατημένη. Αυτό θλιμμένο και μελαγχολικό. Παιδί ενός θύματος ήταν και αυτό με τη σειρά του… πρώιμο θύμα.
 Καρφώνω το βλέμμα μου στη μυστηριώδη αυγή της ψυχής αυτού του περίεργου Θηλυκού για να μαζέψω τα σκορπισμένα συντρίμμια. Ξέρω ότι κάτω από τη διονυσιακή ευδαιμονία αυτών των διεστραμμένων και αναμαλλιασμένων  πλασμάτων, περνάει σχεδόν πάντα ένα λεπτό νήμα μυστικιστικής μελαγχολίας… Στην ποιητική φαντασία μου τη βλέπω σαν έφηβη παρθένα, που για πρώτη φορά ο καυτός και διεστραμμένος ήλιος της ηδονής και της απόλαυσης, βυθίζεται σα χρυσαφένια λάμα στην τρεμάμενη σάρκα της κάνοντας να αντηχεί στην ψυχή της η ακατάβλητη κραυγή ξεχειλίζουσας νιότης: αγάπη! αγάπη! αγάπη!
 Ίσως ήταν μια αυγή άτονη, ξανθιά, ίσως ήταν ένα κόκκινο ηλιοβασίλεμα.
Αυτή παραδόθηκε στην πρώτη ερωτική αγκάλη και από εκείνη την ημέρα το λευκό της κορμί μετατράπηκε σε μια Άρπα ηδονής, σε ένα ποίημα παραδομένο στις παγανιστικές φλόγες: ένας μεθυσμένος ύμνος τραγουδισμένος πέρα από το καλό και το κακό, εκεί όπου τελείτε η εικονοκλαστική τελετουργία της χαράς της ανθρώπινης ύπαρξης. Αλλά κάτω από τη διονυσιακή ευδαιμονία αυτού του διεστραμμένου και αναμαλλιασμένου πλάσματος κυλάει πάντα ένα λεπτό νήμα μυστικιστικής μελαγχολίας.
 Μια μέρα ίσως από αυτές τις θλιμμένες μέρες, τότε που τα άστρα βρίσκονται ανάμεσα σε εκείνες τις απόκρυφες μαγνητικές δυνάμεις, που προαναγγέλλουν πως είναι το σκοτεινό πεπρωμένο της ίδιας μας της μοίρας σ’ ένα κατακλυσμένο από το λαό, δρόμο μιας μεγάλης θορυβώδους πόλης, τρεις ή τέσσερις πυροβολισμοί αντηχούν απειλητικά.
 Ένας χλωμός έφηβος που είχε φτάσει στη φρικτή κορυφή της πιο τραγικής απελπισίας πριν να πέσει εξαντλημένος και νικημένος στη λάσπη καταμεσής του δρόμου, ήθελε να ακούσει τον υπόκωφο θόρυβο της διαμαρτυρίας του η αναίσθητη ανθρωπότητα που αγνοεί  τα πάντα. Τραγικό και θλιβερό γεγονός. Μαζί μ’ ένα μέλος της ένοχης κοινωνίας χάνεται και ένας σύντροφος.
Ποιος ήταν ο χλωμός έφηβος που μετέτρεψε το λεπτό του χέρι, ίδιο με ένα λευκό κρίνο, σε εκδικητικά νύχια; Ο γιός του εξεγερμένου Θηλυκού: της απροκατάληπτης ! 

*

 Κατά την τραγική αναγγελία, το διεστραμμένο Θηλυκό κλείστηκε στον εαυτό της, σα μια μελαγχολική δακρυσμένη ιτιά εκτεθειμένη στην ορμή της θύελλας και εξαγνίστηκε μέσα από το μεγάλο πόνο της θανάσιμα τραυματισμένης Μητέρας, που προκαλούσε το πιο εσώτερο, το πιο ακριβό και απόκρυφο απ’ όλα τα αισθήματα της! Αυτό το αισθησιακό άνθος του κακού ξέπλυνε της ίσως βρώμικη ωστόσο όμορφη ψυχή της, με τη θεϊκή και ευλογημένη δροσιά των δακρύων της και ύστερα μετατράπηκε σε κρίνο, όμορφο, καθαρό και αμόλυντο.
Εκείνη την αναίσθητη ψυχή της που ίσως ποτέ κανένας δεν μπόρεσε να την κατακτήσει, και που την είχε φυλάξει για να δοκιμάσει το μεγάλο πόνο που το ίδιο της το παιδί, το ίδιο της το σπλάχνο θα της προκαλούσε για να εκδικηθεί ενόσω η ίδια έπαιρνε την εκδίκηση της.

*

 Το ’’Θηλυκό’’  αναμαλλιασμένο και χαρούμενο, είναι σήμερα η μοναχική Μητέρα που κλεισμένη στον πόνο της, άφωνη κι τραγική, σα μια ανέκφραστη σφίγγα, περπατά δίχως όνομα μέσα στους δηλητηριώδεις δρόμους της ζωής, ίσως για να συγχωρέσει, ίσως για να καταραστεί…
Η ψυχορραγούσα Αναρχία του ελεύθερου ενστίκτου έχει καταφύγει στην εξευγενισμένη ευαισθησία του, πρωτόγνωρου  για αυτή, μητρικού αισθήματος και από τη συνένωση των δύο αυτών βαθιά ανθρώπινων στοιχείων, είναι που πρέπει τώρα να αστράψει μια πνευματικότητα τόσο εκθαμβωτική που θα φωτίσει ακόμα και τους πιο άγνωστους αστερισμούς του ανθρώπινου πόνου.
Εγώ ανοίγω το στόμα προς το άγνωστο και φωνάζω δυνατά αυτό το Θηλυκό- Μητέρα για να την χαιρετίσω αποκαλώντας την Αδελφή.
 Και η ‘’Γυναίκα’’ ;
 Τι με νοιάζει εμένα;
 Σήμερα αυτό το Θηλυκό ζει υπεράνω αυτής, σε μια κορυφή πιο ψηλή!
Αγαπώ τα αναμαλλιασμένα και χαρούμενα πλάσματα που κάτω από το διονυσιακό τους παγανισμό κυλάει ένα λεπτό νήμα μυστικιστικής μελαγχολίας.
Και τα αγαπώ περισσότερο όταν στο παρών τους απλώνεται το μαύρο σύννεφο που αφήνει το παρελθόν…


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου